Γνώρισα την Ανόη το δύο χιλιάδες τέσσερα. καθόμασταν στα σκαλιά μιας αυλόπορτας σκουριασμένης και καπνίζαμε σιωπηλές. το κέντρο βρομούσε όπου κι αν βρισκόσουν.είχε μάτια πορτοκαλιά μικρά κι εγώ δεν ήξερα τι να της πω. ήξερα ότι επρόκειτο να ανταλλάξουμε κάτι γιατί με κοίταζε. ήταν ξαναμμένη και τα μάγουλά της άχνιζαν. χαμογελούσε κάπως παράξενα και φαινόταν ότι δεν είχε κανέναν. "η γιαγιά μου μιλάει αργά αλλά δεν ακούει. αυτή με μεγάλωσε αλλά δεν ξέρω κατά πόσο μεγάλωσα. το χίλια εννιακόσια ενενήντα ένα βυθίστηκε το πλοίο με το όνομα μπλε θύελλα. blue gale, βυθίστηκε μαζί με το όνομά του δηλαδή. και τους γονείς μου έτυχε να έχει μέσα του. από τότε δεν σκέφτομαι. κάνω ότι κάνω αλλά θέλω να πω δεν σκέφτομαι πάνω σε αυτό που κάνω. οι γονείς του μπαμπά μου ζουν στην Ωκεανία. μου στέλνουν κάπου είκοσι ευρώ το μήνα. ο παππούς αυτός που σου λέω στην Ωκεανία δεν θέλει να με δει. όταν ήταν νέος είχε πηδήξει την αδελφή της γιαγιάς μου, της άλλης γιαγιάς μου που δεν ακούει. η Αρσινόη ήταν η μικρή της αδελφή. έκαναν το Στράτο και τον άφησαν ήσυχο. Η γιαγιά Αρσινόη πέθανε, ο παππούς είχε νόμιμο παιδί το μπαμπά κι έτσι ο μικρός την κοπάνησε. θα μου πεις γιατί να σου τα πω αυτά. τον βρήκα σήμερα τον Στράτο. απίστευτο ε; δεν ήξερα ούτε καν πως ο μπαμπάς του μπαμπά μου με την αδελφή της μαμάς της μαμάς μου είχαν κάνει παιδί που έχει τώρα επιβιώσει και είναι μάλιστα σαράντα! τον βρήκα και ήταν όμορφος απ' το πουθενά. του έκανα έρωτα φυσικά. το έκανα έρωτα και ας μην ήθελε. μετά ήθελε και κάναμε όλο το μεσημέρι έρωτα στο διαμερισμά του στον έκτο, ακριβώς εδώ σε αυτή την πολυκατοικία.. ξάδελφος, θείος, παππούς ούτε που ξέρω τι μου είναι. κι όμως εμένα μου αρέσει να μην ξέρω. μου αρέσει να μου φιλούν τα χέρια και να μυρίζω σα ζώο. Η γιαγιά Αρσινόη πέθανε νέα πολύ και της πήρα το όνομα. φόρος τιμής είπαν, που να ήξεραν ότι την πήδαγε ο παππούς μου. παντρεμένος με τη γιαγιά την Άννα. τώρα ούτε ξέρω που είναι. δεν κοίταξα ποτέ στο χάρτη να βρω την Ωκεανία. τι με νοιάζει. εμένα με βάφτισαν και το πήδηξα το μπάσταρδό τους. δεν μεγάλωσα με κανέναν. και τη γιαγιά την κουφή, νεκρή την είχα πάντα. άκουγα μουσική δυνατά δίπλα στο μαξιλάρι της το βράδυ. δεν τη σεβάστηκα ποτέ. ούτε τους δικούς μου σεβάστηκα. μη βάλεις στο νου σου δράματα. δεν με πειράζει να μην έχω κανένα. θέλω να πω, βλέπω κοπέλες όπως εσύ που τις πιέζουν οι δικοί τους. τις στριμώχνουν για τα καλά. σας βάζουν να καταπίνετε τα ούρα σας και να τα φτύνετε. εγώ στις ταράτσες μεγάλωσα. κι όποτε ήθελα άκουγα μουσική κι όποτε ήθελα έπινα και έκανα έρωτα όποτε ήθελα. και έφευγα και βρομούσα. όπως τώρα. μου αρέσει να γυρίζω ξαναμμένη στο κέντρο μετά από γαμήσια. ο Στράτος όμως είναι άλλο" είχε φανερή υπερένταση τα πορτοκαλιά της ματάκια έβγαζαν φωτιά. παρατήρησα πόσο ερωτική ήταν εκείνη τη στιγμή και ντράπηκα. ένιωσα μικρή δίπλα της. "ο Στράτος κι εγώ έχουμε το ίδιο αίμα. πως να μην κάνουμε έρωτα με τόσο αίμα; τελειώσαμε μαζί έξι φορές. μετά ήπιαμε κρύο γάλα φορώντας μόνο τα βρακιά μας! συνήθως φεύγω και πίνω μόνη μου έναν καφέ στα απέναντι στέκια. εννοώ με τα αγόρια που κοιμάμαι. αλλά το ότι ήπιαμε μαζί γάλα πηχτό, αγελαδίσιο, απ' αυτό το φρέσκο σου λέω με έκανε να νιώσω πώς να στο πω. έναν απίστευτο κορεσμό απ' τη ζωή μου. να σου πω ένα μυστικό. έχω ζήσει μεγάλη ομορφιά. δεν είμαι απελπισμένη καθόλου. δεν σου μιλάω από απελπισία. σου μιλάω από καύλα. η καύλα με έχει κάνει να τρελαθώ από ικανοποίηση. αυτή με το Στράτο. και θα μου πεις, όποιος έχει ζήσει την ομορφιά δεν χρειάζεται να το λέει από δω κι από κει. όμως θέλω να το ξέρει κάποιος. όταν πεθάνω θα βγει μια ανακοίνωση. Η ανακοίνωση θα έχει πάνω ένα μεγάλο πορτοκαλί σχήμα που θα έχω ζωγραφίσει εγώ. κατάλαβες; θα το αναγνωρίσεις. όταν δεις αυτή τη ζωγραφιά θέλω κάπου να γράψεις αυτά που σου είπα. θέλω κάποιος να μάθει για μένα. και να μην με λυπηθεί. όσο ζω με λυπούνται. η ορφανή με την πουτάνα γιαγιά. το δικαιολογημένα χαμένο πλάσμα. αυτό που δεν μπορεί πια να σωθεί. θέλω να μάθουν ότι ήμουν ευτυχισμένη κι ας ήμουν μόνη. να γράψεις και το όνομά μου. Ανόη." αυτά μου είπε η Ανόη και έσβησε το τσιγάρο της με τα λευκά σπορτέξ της. όπως σηκώθηκε με άγγιξε στον ώμο. ήταν το πιο ζεστό κατά λάθος άγγιγμα. μετά έφυγε. αυτά έγιναν το δύο χιλιάδες δέκα τέσσερα. σήμερα το κέντρο γέμισε αφήσεις με πορτοκαλί ζωγραφιές. ξέρω πως είναι φάρσα, αλλά χωρίς να της μιλήσω της το είχα ήδη υποσχεθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου