Ω Δ Ε Ι Ο Ν με το Δέλτα ξεχαρβαλωμένο να σκύβει ελαφρά προς τα κάτω
και σαπισμένοι τοίχοι
άδειες πλατιές σκάλες σε ορόφους
κι άλλους ορόφους πεταμένους από πάνω
δονούνται στην ηχώ κοριτσίστικων γέλιων.
ανεβαίνουν σα λυσσασμένες όλο και πιο πάνω
δεν τις βλέπει κανείς.
Η Ι και η Μ2 ακουμπισμένες στον τοίχο της αίθουσας με το αρχαίο πιάνο και τις καρέκλες
με τα ξεχαρβαλωμένα χέρια.
καπνίζουν
είναι μαθήτριες μιας πεθαμένης Δασκάλας που την αγαπούν και την επεξεργάζονται
η Μ2 μεγαλόσωμη, μυημένη στο σώμα, βαμμένη και έντονη, η Ι υπεροπτική, δεν θέλει να κοιτάξει την πόρτα που τρίζει
Η Ι τσιρίζει υστερικά με τον τρόπο μιας υψιφώνου καθώς ο Ν ύπουλα βρίσκει το σημείο που του αρέσει.
"από εδώ πηγάζουν όλες οι θυσίες για την τέχνη" βρυχάται μέσα απ' το ύφασμα
η Μ2 που ζητά αυτή την αίσθηση όταν κλαίει, τρίβει απαλά το τεράστιο σώμα της στον κρύο τοίχο.
τα χέρια της αγαπούν αυτό το σημείο. κοιτάζει την Ι που ικετευτικά ψιθυρίζει "αυτό δεν είναι καθόλου σωστό"
ακούγονται βήματα στο διάδρομο και η Ν που μυρίζεται τα πάντα, μπαίνει σαν βασίλισσα με τα τακούνια της ηχηρά και λέει " εδώ όποιος δεν σέβεται το θάνατο, δεν μπορεί να αγαπήσει το σώμα μου"
ο Ν που έχει ρίξει στο πάτωμα την Ι, κοιτάζει τώρα έκπληκτος την Ν με το λυγισμένο σώμα.
τρέχει σ' αυτήν.
την θέλει λέει και την ρίχνει κάτω. η Μ2 συνεχίζει να χώνει βάναυσα τα δάχτυλά της μέσα της.
νιώθει άσκημη κι ανεπιθήμητη κι αυτή της δίνει μεγαλύτερη λύσσα. αντλεί ομορφιά από την Ν
η Ν χύνεται κάτω στο πάτωμα και αφήνει να φανεί η πλάτη της.
ο Ν γονατίζει και τις λύνει τα πίσω κορδόνια.
"είσαι σκέτη υπεροψία" της λέει χαμηλά και χώνει το μεγάλο του δάχτυλο στον κόλπο της Ν
είναι υγρή και σκοτεινή και πέφτει μπρούμητα χωρίς αντίσταση.
ο Ν θωλομένος κατεβάζει τα ρούχα του και ακουμπά ελαφρά την άκρη του πέους του εκεί που θέλει.
ένα ρίγος ξεκινά από τα ακροδάχτυλα της Ν και καταλήγει κατευθείαν στο στομάχι του Ν
εισχωρεί κοιτάζοντας την λεπτή της μέση και αγγίζοντας τα κυκλικά τις οπίσθια. τα κάτω χείλη της βουρκώνουν.
η Ι νιώθει τεράστιο θυμό και μπουσουλάει προς το μέρος τους
το στόμα της Ν βγάζει τον πρώτο απόκοσμο ήχο
η Ι λέει "την έχει δαμάσει σα σκύλα, τώρα τον δέχεται χωρίς αντιρρήσεις!"
η Μ2 της προσφέρει τσιγάρο
η Μ2 αφήνει την μπλούζα της να πέσει στα πλάγια.
μεγάλα στρογγυλά ω βγαίνουν αργά απ' το στόμα της Ν καθώς σκυμένη δέχεται αυτό που της δίνεται.
ύστερα πιο μεγάλα κατακόρυφα α, και πλατιά μ, και τρομαγμένα βλέμματα προς τα πίσω.
η Μ2 γελά τρελαμένη και άδεια
η Ι μπαίνει στο οπτικό πεδίο της Ν. "η βασίλισσα δεν θα πρεπε να γαμιέται όπως εσύ" της λέει με μίσος, τη φτύνει στο πρόσωπο. "δεν είσαι τίποτα πια, είσαι ένα σκουπίδι στα μάτια μου" ξανά με υπεροψία της λέει. "είσαι σιχαμένη" και το πρόσωπό της συσπάται από κακία.
η Ν την κοιτάζει καθώς τα οπίσθιά της συσπώνται απ' την ορμή του γιου της Δασκάλας.
εκείνος σταθερά επικεντρωμένος και με χειρουργική ακρίβεια τρυπά την πονεμένη μήτρα της Ν, της βασίλισσας και αγαπημένης της Μητέρας του.
η Ν κοιτάζει με κόκκινο πρόσωπο την Ι ανέκφραστη.
η Μ2 υποπτεύεται πως τα λόγια της Ι την ερεθίζουν.
η Ν αρχίζει να χαμογελάει στην Ι καθώς γαμιέται.
ουρλιάζει από την αρχή του λαιμού μέχρι τη σταφυλή , κοιτάζοντάς την με εκδικητική επιδεικτικότητα."κοίτα" σαν να της λέει "εγώ το δέχομαι όπως εσύ δεν το αντέχεις. το εύθραυστο υψιλό μουνάκι σου θα πέθαινε από πόνο, γλυκιά μου"
οι φωνές αυτής της αίθουσας μοσικής συναντούν τα κοριτσίστικα γέλια στον τελευταίο όροφο.
η Μ1 τρέχει τις σκάλες να ακούσει. μυρίζει κάτι που της αρέσει και θα το ήθελε. για μια στιγμή σκέφτεται να μην ειδοποιήσει την Γ και την Δ.
όμως ντρέπεται να μπει μόνη.
τρέχει ξανά τις σκάλες μέχρι επάνω. στην ταράτσα η Γ και η Δ αγκαλιασμένες κοιτάζουν και ακούν, μαγεμένες τα ουρλιαχτά. "σαν να σφάζουν ένα σώμα που δονείται από ηδονή"
όλες μαζί κατεβαίνουν. οι Γ και Δ πάντα δεμένες σαν με σχοινιά, τα χέρια και τα σώματά τους ενωμένα σαν σιαμαίες.
"δείτε" λέει η Μ1 ανοίγοντας την πόρτα.
η μυρωδιά του σπέρματος ξεχύνεται στα πρόσωπά τους.
ο Ν έχει ξαπλώσει στο πάτωμα κοιτάζοντας τους αστραγάλους της Ν που σηκώνεται προσπαθώντας να μαζέψει το φόρεμά της. η Μ2 ανάβει τσιγάρο και το σβήνει ανάμεσα στα στήθη της κοιτάζοντας την Ν.
η Ι έχει φύγει.
στη θέα της Γ και της Δ ο Ν βλέπει ένα άγαλμα. η μία έχει κατεβάσει από τη μια μεριά τη μπλούζα της άλλης και διακριτικά χαϊδεύει το στήθος της. τα χέρια τους πάνε σταυρωτά. έχουν χαμηλωμένο βλέμμα και είναι ήσυχες.
φαίνεται να μην τις απασχολεί το σώμα του Ν όπως εκτίθεται γυμνό μπροστά τους. δεν θέλουν να κοιτάξουν.
η Μ1 κοιτάζοντας την έκπληξη του Ν στη θέα των δύο κολλημένων κοριτσιών, αρχίζει να τις γδύνει μπροστά του. "κανείς δεν μπορεί να δει αυτή την ομορφιά που βλέπω" ψελλίζει ο Ν.
μαγεμένος πλησιάζει το δίδυμο αλλά δεν θέλει να αγγίξει.
η Δ τον κοιτάζει με λύπηση ενώ η Γ κρύβει το πρόσωπό της στον ώμο της Δ
η Μ1 θέλει κι εκείνη να ερεθίσει τον Ν γδύνοντας το δίδυμο άγαλμα μπροστά στα μάτια του με απαλές κοριτσίστικες κινήσεις.
όμως μια σκέψη περνά απ' το νου της "θα θελα μόνο εγώ να ερεθίσω τον Ν"
βλέποντας τόσα γυναικία σώματα γύρω της και τον Ν γυμνό και έρμαιό τους, παίρνει μια καρέκλα και την πετά πάνω στις Γ και Δ.
μα εκείνες έχουν τόσο απορροφηθεί απ' την ακινησία τους και τότε
μπροστά στα σκοτεινά γεμάτα πόθο και ζήλεια μάτια όλων
συντελείται το θαύμα.
η Γ και η Δ σπάνε σαν από μάρμαρο.
μικρά θρίψαλλα φτάνουν στο ανοιχτό στόμα του Ν
και του αποκαλύπεται ο έρωτας:
κάνωντας δικές του όλες τις υψίφωνες, θα κατακτούσε το ύψος της τέχνης
μα η φωνή του δεν θα μπορούσε πια τίποτα να πει μπροστά στη θέα ενός αληθινού έργου τέχνης που σπάει
αυτή εικόνα που δεν άγγιξε ποτέ απ ευθείας τον ευνούχησε
και σαπισμένοι τοίχοι
άδειες πλατιές σκάλες σε ορόφους
κι άλλους ορόφους πεταμένους από πάνω
δονούνται στην ηχώ κοριτσίστικων γέλιων.
ανεβαίνουν σα λυσσασμένες όλο και πιο πάνω
δεν τις βλέπει κανείς.
Η Ι και η Μ2 ακουμπισμένες στον τοίχο της αίθουσας με το αρχαίο πιάνο και τις καρέκλες
με τα ξεχαρβαλωμένα χέρια.
καπνίζουν
είναι μαθήτριες μιας πεθαμένης Δασκάλας που την αγαπούν και την επεξεργάζονται
η Μ2 μεγαλόσωμη, μυημένη στο σώμα, βαμμένη και έντονη, η Ι υπεροπτική, δεν θέλει να κοιτάξει την πόρτα που τρίζει
όταν ο γιός της Δασκάλας, Ν αφήνει το ημίφως να εισχωρήσει.
ο
γιος της Δασκάλας, Ν λατρεύει ένα σώμα πλασμένο για να τραγουδά,
αρπάζει την Ι με το κρυστάλλινο φόρεμα και το υψηλό χαμόγελο και τότε
της λέει "είσαι τρομερά ψηλομύτα" και χώνεται κάτω απ' το πλούσιο
φουστάνι της. Η Ι τσιρίζει υστερικά με τον τρόπο μιας υψιφώνου καθώς ο Ν ύπουλα βρίσκει το σημείο που του αρέσει.
"από εδώ πηγάζουν όλες οι θυσίες για την τέχνη" βρυχάται μέσα απ' το ύφασμα
η Μ2 που ζητά αυτή την αίσθηση όταν κλαίει, τρίβει απαλά το τεράστιο σώμα της στον κρύο τοίχο.
τα χέρια της αγαπούν αυτό το σημείο. κοιτάζει την Ι που ικετευτικά ψιθυρίζει "αυτό δεν είναι καθόλου σωστό"
ακούγονται βήματα στο διάδρομο και η Ν που μυρίζεται τα πάντα, μπαίνει σαν βασίλισσα με τα τακούνια της ηχηρά και λέει " εδώ όποιος δεν σέβεται το θάνατο, δεν μπορεί να αγαπήσει το σώμα μου"
ο Ν που έχει ρίξει στο πάτωμα την Ι, κοιτάζει τώρα έκπληκτος την Ν με το λυγισμένο σώμα.
τρέχει σ' αυτήν.
την θέλει λέει και την ρίχνει κάτω. η Μ2 συνεχίζει να χώνει βάναυσα τα δάχτυλά της μέσα της.
νιώθει άσκημη κι ανεπιθήμητη κι αυτή της δίνει μεγαλύτερη λύσσα. αντλεί ομορφιά από την Ν
η Ν χύνεται κάτω στο πάτωμα και αφήνει να φανεί η πλάτη της.
ο Ν γονατίζει και τις λύνει τα πίσω κορδόνια.
"είσαι σκέτη υπεροψία" της λέει χαμηλά και χώνει το μεγάλο του δάχτυλο στον κόλπο της Ν
είναι υγρή και σκοτεινή και πέφτει μπρούμητα χωρίς αντίσταση.
ο Ν θωλομένος κατεβάζει τα ρούχα του και ακουμπά ελαφρά την άκρη του πέους του εκεί που θέλει.
ένα ρίγος ξεκινά από τα ακροδάχτυλα της Ν και καταλήγει κατευθείαν στο στομάχι του Ν
εισχωρεί κοιτάζοντας την λεπτή της μέση και αγγίζοντας τα κυκλικά τις οπίσθια. τα κάτω χείλη της βουρκώνουν.
η Ι νιώθει τεράστιο θυμό και μπουσουλάει προς το μέρος τους
το στόμα της Ν βγάζει τον πρώτο απόκοσμο ήχο
η Ι λέει "την έχει δαμάσει σα σκύλα, τώρα τον δέχεται χωρίς αντιρρήσεις!"
η Μ2 της προσφέρει τσιγάρο
η Μ2 αφήνει την μπλούζα της να πέσει στα πλάγια.
μεγάλα στρογγυλά ω βγαίνουν αργά απ' το στόμα της Ν καθώς σκυμένη δέχεται αυτό που της δίνεται.
ύστερα πιο μεγάλα κατακόρυφα α, και πλατιά μ, και τρομαγμένα βλέμματα προς τα πίσω.
η Μ2 γελά τρελαμένη και άδεια
η Ι μπαίνει στο οπτικό πεδίο της Ν. "η βασίλισσα δεν θα πρεπε να γαμιέται όπως εσύ" της λέει με μίσος, τη φτύνει στο πρόσωπο. "δεν είσαι τίποτα πια, είσαι ένα σκουπίδι στα μάτια μου" ξανά με υπεροψία της λέει. "είσαι σιχαμένη" και το πρόσωπό της συσπάται από κακία.
η Ν την κοιτάζει καθώς τα οπίσθιά της συσπώνται απ' την ορμή του γιου της Δασκάλας.
εκείνος σταθερά επικεντρωμένος και με χειρουργική ακρίβεια τρυπά την πονεμένη μήτρα της Ν, της βασίλισσας και αγαπημένης της Μητέρας του.
η Ν κοιτάζει με κόκκινο πρόσωπο την Ι ανέκφραστη.
η Μ2 υποπτεύεται πως τα λόγια της Ι την ερεθίζουν.
η Ν αρχίζει να χαμογελάει στην Ι καθώς γαμιέται.
ουρλιάζει από την αρχή του λαιμού μέχρι τη σταφυλή , κοιτάζοντάς την με εκδικητική επιδεικτικότητα."κοίτα" σαν να της λέει "εγώ το δέχομαι όπως εσύ δεν το αντέχεις. το εύθραυστο υψιλό μουνάκι σου θα πέθαινε από πόνο, γλυκιά μου"
οι φωνές αυτής της αίθουσας μοσικής συναντούν τα κοριτσίστικα γέλια στον τελευταίο όροφο.
η Μ1 τρέχει τις σκάλες να ακούσει. μυρίζει κάτι που της αρέσει και θα το ήθελε. για μια στιγμή σκέφτεται να μην ειδοποιήσει την Γ και την Δ.
όμως ντρέπεται να μπει μόνη.
τρέχει ξανά τις σκάλες μέχρι επάνω. στην ταράτσα η Γ και η Δ αγκαλιασμένες κοιτάζουν και ακούν, μαγεμένες τα ουρλιαχτά. "σαν να σφάζουν ένα σώμα που δονείται από ηδονή"
όλες μαζί κατεβαίνουν. οι Γ και Δ πάντα δεμένες σαν με σχοινιά, τα χέρια και τα σώματά τους ενωμένα σαν σιαμαίες.
"δείτε" λέει η Μ1 ανοίγοντας την πόρτα.
η μυρωδιά του σπέρματος ξεχύνεται στα πρόσωπά τους.
ο Ν έχει ξαπλώσει στο πάτωμα κοιτάζοντας τους αστραγάλους της Ν που σηκώνεται προσπαθώντας να μαζέψει το φόρεμά της. η Μ2 ανάβει τσιγάρο και το σβήνει ανάμεσα στα στήθη της κοιτάζοντας την Ν.
η Ι έχει φύγει.
στη θέα της Γ και της Δ ο Ν βλέπει ένα άγαλμα. η μία έχει κατεβάσει από τη μια μεριά τη μπλούζα της άλλης και διακριτικά χαϊδεύει το στήθος της. τα χέρια τους πάνε σταυρωτά. έχουν χαμηλωμένο βλέμμα και είναι ήσυχες.
φαίνεται να μην τις απασχολεί το σώμα του Ν όπως εκτίθεται γυμνό μπροστά τους. δεν θέλουν να κοιτάξουν.
η Μ1 κοιτάζοντας την έκπληξη του Ν στη θέα των δύο κολλημένων κοριτσιών, αρχίζει να τις γδύνει μπροστά του. "κανείς δεν μπορεί να δει αυτή την ομορφιά που βλέπω" ψελλίζει ο Ν.
μαγεμένος πλησιάζει το δίδυμο αλλά δεν θέλει να αγγίξει.
η Δ τον κοιτάζει με λύπηση ενώ η Γ κρύβει το πρόσωπό της στον ώμο της Δ
η Μ1 θέλει κι εκείνη να ερεθίσει τον Ν γδύνοντας το δίδυμο άγαλμα μπροστά στα μάτια του με απαλές κοριτσίστικες κινήσεις.
όμως μια σκέψη περνά απ' το νου της "θα θελα μόνο εγώ να ερεθίσω τον Ν"
βλέποντας τόσα γυναικία σώματα γύρω της και τον Ν γυμνό και έρμαιό τους, παίρνει μια καρέκλα και την πετά πάνω στις Γ και Δ.
μα εκείνες έχουν τόσο απορροφηθεί απ' την ακινησία τους και τότε
μπροστά στα σκοτεινά γεμάτα πόθο και ζήλεια μάτια όλων
συντελείται το θαύμα.
η Γ και η Δ σπάνε σαν από μάρμαρο.
μικρά θρίψαλλα φτάνουν στο ανοιχτό στόμα του Ν
και του αποκαλύπεται ο έρωτας:
κάνωντας δικές του όλες τις υψίφωνες, θα κατακτούσε το ύψος της τέχνης
μα η φωνή του δεν θα μπορούσε πια τίποτα να πει μπροστά στη θέα ενός αληθινού έργου τέχνης που σπάει
αυτή εικόνα που δεν άγγιξε ποτέ απ ευθείας τον ευνούχησε